Η διαταραχή παρασυσσώρευσης (hoarding disorder) περιγράφει την δυσκολία ενός ατόμου να πετάξει αντικείμενα που δεν χρειάζεται ή την ανάγκη του να συγκεντρώσει μεγάλη ποσότητα χρήσιμων ή μη αντικειμένων στο χώρο του. Η σκέψη μόνο του να πετάξει κάτι του προκαλέι αφόρητη δυσκολία και άγχος. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την συλλογή μεγάλου όγκου αντικειμένων στους χώρους του. Τις περισσότερες φορές, τα αντικείμενα δεν έχουν καμιά αξία κι όμως αν ρωτήσεις το άτομο αναφέρει την συναισθηματική αξία που έχει το αντικείμενο για τον ίδιο.
Σύμφωνα με έρευνες που έχουν γίνει, το ποσοστό της διαταραχής αυτής υπολογίζεται περίπου στο 2 έως 6% του πληθυσμού, ενώ είναι πιο συχνή στους άνδρες. Τα πρώτα συμπτώματα εμφανίζονται, συνήθως, στην εφηβεία και στην πρώιμη ενήλικη ζωή, ενώ η διαταραχή είναι 3 φορές συχνότερη σε μεγαλύτερους σε ηλικία ενήλικες (55-95 χρονών). Τα αίτια της διαταραχής δεν έχουν διευκρινιστεί ακόμη.
Η διαταραχή παρασυσσώρευσης μπορεί να προκαλέσει πολλά προβλήματα στις διαπροσωπικές σχέσεις του ατόμου και στο εργασιακό του περιβάλλον, καθιστώντας το δυσλειτουργικό σε κάποιο βαθμό. Στην πιο σοβαρή μορφή της διαταραχής αυτής, το άτομο μπορεί να παρουσιάσει και σημαντικές ανησυχίες σχετικά με τη ζωή και την ασφάλειά του, όπως φόβο για παραπατήματα στον δρόμο ή ακόμη και πυρκαγιές. Αποτέλεσμα του φόβου αυτού είναι να κλειστεί στον εαυτό του.
Χρειάζεται να τονίσουμε ότι δεν έχει διαταραχή παρασυσσώρευσης, κάθε άτομο που εμφανίζει μια τάση να συγκεντρώνει αρκετά πράγματα στον χώρο του. Για να συνιστά μια τέτοια συμπεριφορά διαταραχή θα πρέπει να πληρούνται συγκεκριμένα διαγνωστικά κριτήρια σύμφωνα με το DSM-V, να γίνει κλινική αξιολόγηση και κυρίως να καθιστά το άτομο πλήρως δυσλειτουργικό στην καθημερινότητά του.
Η θεραπεία για ένα άτομο με hoarding είναι ιδιαίτερα απαιτητική, κυρίως διότι το ίδιο δεν αντιλαμβάνεται το πρόβλημά του. Παρ’όλα αυτά, λόγω του κινδύνου που διακατέχει το άτομο, τόσο στην προσωπική, όσο και στην κοινωνική του ζωή , είναι εξαιρετικά σημαντικό, τα οικεία του πρόσωπα να απευθυνθούν άμεσα σε κάποιον ειδικό, όταν αντιληφθούν ότι το αγαπημένο τους πρόσωπο ενδεχομένως να εμφανίζει κάποιες συμπεριφορές που προσιδιάζουν στην συγκεκριμένη διαταραχή. Κι αυτό διότι, η διαταραχή αυτή εμφανίζει συχνά συνοσηρότητα με άλλες ψυχικές διαταραχές, όπως κατάθλιψη, αγχώδεις διαταραχές ή χρήση ουσιών. Έτσι, λοιπόν, η φαρμακευτική αγωγή, σε συνδυασμό με ψυχοθεραπεία μπορούν να βοηθήσουν σε σημαντικό βαθμό το άτομο να κατανοήσει το πρόβλημά του, καθώς και τον τρόπο που μπορεί να αλλάξει την συμπεριφορά του, ώστε να ζήσει μια ζωή με περισσότερη ασφάλεια και λειτουργικότητα. Τότε, θα είναι σε θέση να απολαμβάνει στο έπακρο τις σχέσεις του με τους γύρω του, αλλά και τις στιγμές με τον εαυτό του.